Δισεκατομμύρια για τον στρατό: Ο επανεξοπλισμός θα οδηγήσει πραγματικά σε λύση της κρίσης;
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχεδιάζει τεράστιες επενδύσεις σε εξοπλισμούς το 2025 για να ενισχύσει την οικονομία. Οι μελέτες προειδοποιούν για αρνητικές επιπτώσεις.
Δισεκατομμύρια για τον στρατό: Ο επανεξοπλισμός θα οδηγήσει πραγματικά σε λύση της κρίσης;
Λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων και της συνεχιζόμενης συζήτησης για την ασφάλεια στην Ευρώπη, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχεδιάζει τεράστιες επενδύσεις στην Bundeswehr. Τα μέτρα αυτά στοχεύουν να οδηγήσουν τη γερμανική οικονομία από την ύφεση και ταυτόχρονα να ενισχύσουν την πολιτική νομιμότητα. Προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, οι δαπάνες για την ασφάλεια και την άμυνα θα πρέπει να αυξηθούν έως και στο 5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Οι τρέχουσες εξελίξεις δείχνουν ότι η στρατιωτική συσσώρευση επιδιώκεται επίσης από πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ειδικά μετά τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία το 2022. [freitag.de] αναφέρει ότι αυτές οι επενδύσεις αποσκοπούν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, μια μελέτη των Tom Krebs και Patrick Kaczmarczyk από το Πανεπιστήμιο του Mannheim εκφράζει αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων. Ο λεγόμενος δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής για τις αμυντικές επενδύσεις είναι μόνο 0,5 το πολύ, πιθανώς ακόμη χαμηλότερος. Αυτό σημαίνει ότι ο γενικός πληθυσμός δύσκολα επωφελείται από τις επενδύσεις στον αμυντικό τομέα, ενώ η αμυντική βιομηχανία θα μπορούσε να επωφεληθεί από νέες παραγγελίες. Επιπλέον, οι επενδύσεις στην εκπαίδευση, τις υποδομές και τη φροντίδα των παιδιών θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πολύ μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία, σύμφωνα με τη μελέτη. Αυτό καθιστά σαφές ότι κάθε ευρώ που διατίθεται για αμυντικές επενδύσεις λείπει σε κοινωνικούς τομείς και έργα υποδομής.
Τα αποτελέσματα της ανάπτυξης και τα όριά τους
Η Έκθεση Kiel, που γράφτηκε από τον Ethan Ilzetzki, καθηγητή στο London School of Economics, υπογραμμίζει τις πολιτικές επιπτώσεις αυτών των αμυντικών δαπανών. Τονίζει ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών δεν οδηγεί απαραίτητα σε μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, αλλά ότι η επιτυχία των κυβερνήσεων στη διατήρηση της ιδιωτικής οικονομικής δραστηριότητας εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Ωστόσο, η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών που χρηματοδοτούνται από υψηλότερους φόρους θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη του ΑΕΠ, εντείνοντας τη συζήτηση για τη χρηματοδότηση και τις προτεραιότητες. Η [ifw-kiel.de] υπογραμμίζει ότι θα μπορούσε να είναι ζωτικής σημασίας για τις κυβερνήσεις να αναλάβουν περισσότερο χρέος για να χρηματοδοτήσουν προσωρινές πρόσθετες δαπάνες.
Μια άλλη σημαντική πτυχή είναι η τεχνολογική διάχυση που θα μπορούσε να προκύψει από την εγχώρια παραγωγή όπλων. Περίπου το 80% των τρεχουσών στρατιωτικών δαπανών προέρχεται από εταιρείες εκτός ΕΕ, γεγονός που δημιουργεί κίνητρο για την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας. Ο Moritz Schularick, Πρόεδρος της IfW Kiel, τονίζει ότι η ανάπτυξη νέων αμυντικών τεχνολογιών στην Ευρώπη θα μπορούσε να έχει μακροπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις που υπερβαίνουν τα βραχυπρόθεσμα δημοσιονομικά οφέλη.
Μακροπρόθεσμες προοπτικές και συστάσεις
Η τρέχουσα κατάσταση απαιτεί αναπροσαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής έρευνας και ανάπτυξης. Η έκθεση δείχνει ότι οι ΗΠΑ διαθέτουν περίπου το 16% των στρατιωτικών τους δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη, ενώ η ΕΕ επενδύει μόλις το 4,5%. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών από 2% σε 3,5% του ΑΕΠ θα κόστιζε περίπου 300 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, αλλά θα μπορούσε να δημιουργήσει παρόμοια ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα. Συνιστά επίσης σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να οργανώσουν και να χρηματοδοτήσουν από κοινού τις στρατιωτικές τους δαπάνες σε επίπεδο ΕΕ για την προώθηση του ανταγωνισμού και της τεχνογνωσίας.
Συνοπτικά, είναι σαφές ότι η προσέγγιση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για την αύξηση των αμυντικών επενδύσεων είναι ένα δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία πλευρά, αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα, αλλά από την άλλη, η έρευνα προειδοποιεί για τις αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες αυτής της πολιτικής.